- βαρελάς
- οο κατασκευαστής βαρελιών.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βαρελάς — ο αυτός που κατασκευάζει βαρέλια, ο βαγενάς: Η τέχνη του βαρελά δεν υπάρχει πια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Cooper (profession) — Assembly of a barrel, called Mise en Rose in French. A cooper readie … Wikipedia
βαγενάς — ο 1. αυτός που κατασκευάζει βαγένια, ο βαρελάς 2. μοναχός, επιστάτης της αποθήκης κρασιού του μοναστηριού … Dictionary of Greek
βαρελοποιός — ο ο βαρελάς … Dictionary of Greek
καρατέλο — το ναυτ. ξύλινο δοχείο νερού που η χωρητικότητά του είναι το ένα τρίτο τής βαρέλας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. caratello] … Dictionary of Greek
βαγενάς — ο ο βαρελοποιός, ο βαρελάς:Η τέχνη του βαγενά δεν υπάρχει πια! … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βαρελοποιός — ο βλ. βαρελάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βουτσάς — ο ο βαρελάς, ο βαρελοποιός, ο βαγενάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)